Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

ΜΙΑ ΟΜΟΡΦΗ ΓΙΟΡΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Σήμερα το πρωί στην παραλία της Καλαμάτας έγινε μια
Το Χριστουγεννιάτικο Καραβάκι της Παραλίας
πολύ όμορφη εορτή, την οποία απόλαυσαν μικροί και μεγάλοι. 

Την εκδήλωση διοργάνωσαν το λιμενικό ταμείο της Μεσσηνίας, με ιδέα του πρόέδρου του Χάρη Βγενή, το Δήμο Καλαμάτας, και τους Συλλόγους Γυναικών Μάνης, το σύλλογο 3τέκνων, την Ένωση Μικρασιατών Καλαμάτας, τον ιππικό όμιλο Καλαμάτας και τα συστήματα προσκόπων.
Κόσμος μαζεύεται για την εκδήλωση

Πλημμύρησε η παραλία από μικρούς και μεγάλους φίλους της παραλίας. Οι μικροί φίλοι έπαιξαν και το ευχαριστήθηκαν πάρα πολύ. 

Τι γλυφιτζούρια βουτηγμένα στη
Σύλλογος Μανιατών
σοκολάτα, έφαγαν, τι μελομακάρονα από το σύλλογο 3τέκνων. 

Άλλα παιδάκια ανέβηκαν στα αλογάκια του Ιππικού συλλόγου Καλαμάτας,
έκαναν μικρές βολτίτσες,
Το αλογάκι του Ιππικού Ομίλου
φωτογραφήθηκαν και πολύ το ευχαριστήθηκαν.

Άλλα παιδάκια προτίμησαν τα ποδήλατα θαλάσσης πουέκαναν επίσης μικρές βολτίτσες μέσα στο
λιμάνι της Καλαμάτας.
Συνοστισμός στην αποβίβαση και επιβίβαση
Μια ακόμη εκδήλωση ήταν τα προσκοπικά παιχνίδια που έκαναν και τα οποία ξετρέλαιναν τα μικρά παιδιά. Τέτοιες εκδηλώσεις αναβαθμίζουν
Μικρός συνοστισμός για τα ποδήλατα
θαλάσσης
την παραλία της Καλαμάτας, που τους Χειμερινούς μήνες λογικό είναι να είναι υποβαθμισμένοι.





...και τα προσκοπικά παιχνίδια

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ



Από το προφίλ στο Face Book του κ. Elias Christeas,
Βρήκαμε τα παρακάτω Χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα από τη Μεσσηνία και τη Μάνη, τα οποία είναι πολύ σημαντικά και σας τα μεταφέρουμε.

ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ & ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ 
Η Μεσσηνία έχει τα δικά της ήθη και έθιμα τα οποία αλλάζουν από περιοχή σε περιοχή. 
Όπως πχ η Μάνη έχει τελείως διαφορετικά ήθη και έθιμα από την υπόλοιπη Μεσσηνία, διαφορετικά έχει και η Τριφυλία. Όλα μαζί όμως δίνουν μια άλλη διάσταση στη συνολική Μεσσηνιακή Λαογραφία . 
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ 
Τα Χριστούγεννα είναι μία από τις μεγαλύτερες γιορτές του Χριστιανισμού. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη Χριστιανική εκκλησία, στην οποία ανήκουν οι περισσότεροι Έλληνες, είναι η δεύτερη σημαντικότερη γιορτή μετά το Πάσχα. Πριν από τα Χριστούγεννα, από του Αγίου Φιλίππου (14 Νοεμβρίου), αρχίζει η νηστεία της Σαρακοστής και η ψυχική προπαρασκευή για τη μεγάλη εορτή της γέννησης του Χριστού. Έτσι όλες οι οικογένειες το βράδυ του Αγίου Φιλίππου θ’ αποκρέψουν και θα ευχηθούν: «Καλή σαρακοστή να περάσουμε». 
Πριν τα Χριστούγεννα οι γυναίκες καθάριζαν τα σπίτια τους και έφτιαχναν τα γλυκά (κουραμπιέδες, μπακλαβά κ.ά.). Δυο μέρες πριν τα Χριστούγεννα, έφτιαχναν τις «κλούρες». 
Την πρώτη «κλούρα» την έφτιαχναν για το Χριστό και την έβαζαν στο καντήλι του σπιτιού. 
ΤΑ ΚΟΛΙΑΝΤΑ 
Λίγες μέρες αφού έμπαινε ο Δεκέμβρης, τα αγόρια του χωριού ανέβαιναν σε υψώματα και όλα μαζί φώναζαν δυνατά πολλές φορές «κόλιαντα», για να ακουστούν σε όλο το χωριό. Αυτό συνεχιζόταν κάθε μέρα, μέχρι την 23η Δεκεμβρίου. Ήταν μια προειδοποίηση πως πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Μετά τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων, τα παιδιά κατά ομάδες, (και ήταν πολλά τότε), αφού χτυπούσαν πρώτα την καμπάνα της εκκλησίας, ξεκινούσαν για να πουν τα «κόλιαντα» στα σπίτια του χωριού. Στον ώμο τους είχα κρεμασμένο τον «τρουβά» για να βάλουν μέσα τις «κλούρες» (μικρά στρογγυλά ψωμάκια), τα κάστανα, τα καρύδια και τα αμύγδαλα που θα τους πρόσφεραν οι νοικοκυρές. Στα χέρια τους κρατούσαν τις «τζιουμπανίκες», (γερά ξύλα που κατέληγαν σε στρογγυλό σκληρό εξόγκωμα). Σε όλα τα σπίτια τραγουδούσαν το: 

Κόλιαντα μπάμπω μ’ κόλιαντα, κι εμένα μπάμπω μ’ κλούρα 
Κι εμένα την τρανύτερη και τώρα και του χρόνου 
Κι αν δε μας δώσεις κόλιαντα δώσ’ μας ένα σιουτζιούκι 
Να’ ναι τρανό, να’ ναι χοντρό, να’ ναι ζαχαρωμένο 
Κι αν δεν έχεις κι σιουτζιούκι, δώσ’ μου τη θυγατέρα σ’ 
Να τη φιλώ, να την τσιμπώ να μι ζισταίν’ τα βράδια. 
Σε μερικά σπίτια τους ζητούσαν να «σιουμπήσουν» (ανακατέψουν) τη φωτιά. Έμπαινε τότε μέσα ένα παιδί και με την «τσιουμπανίκα» του «σιουμπούσε» τη φωτιά λέγοντας: «Φέρνω αρνιά, φέρνω κατσίκια, φέρνω κι έναν γαμπρό» (ή ανάλογα με την περίσταση, ότι επιθυμούσαν οι νοικοκύρηδες του σπιτιού). 
Αφού τα παιδιά λέγανε τα «κόλιαντα» και «σιουμπούσαν» τη φωτιά, τους δίνανε τις «κλούρες». Αν κάποιος ήθελε να δώσει κάστανα, καρύδια ή αμύγδαλα, έλεγε στα παιδιά να «β’λιάξουν». Τότε τα παιδιά έπεφταν στα γόνατα και βέλαζαν ενώ η νοικοκυρά τους έριχνε τα αμύγδαλα, καρύδια ή κάστανα. Αυτό γινόταν γιατί πίστευαν πως έτσι τα πρόβατα και τα γίδια τους θα γεννούσαν περισσότερα αρνιά και κατσίκια. 
Την ημέρα των Χριστουγέννων κανένας δε λείπει από την εκκλησία που είναι ολόφωτη από τα κεριά και τις λαμπάδες μέσα στη νύχτα. Μετά τη λειτουργία, χαιρετά ο ένας τον άλλον και εύχεται «χρόνια πολλά». 

Τα «χοιροσφάγια». 
Το έθιμο πηγάζει από την αρχαιότητα, από την λατρεία του θεού Διονύσου και της μητέρας του Σεμέλης. Θυσία των ανθρώπων για να κερδίσουν την χάρη των θεών. Το κρέας των χοιρινών αποτελούσε βασική τροφή για τους κατοίκους. Αποτελούσε το πρόχειρο φαγητό, τον εκλεκτό μεζέ για τον καλεσμένο ή για τον έκτακτο επισκέπτη. Το προσφάϊ της εργατιάς, βασικό, πρόχειρο, γρήγορο και γευστικότατο έδεσμα, ο περίφημος «καγιανάς». Ή και σκέτο βγαλμένο με τα χεράκια της νοικοκυράς κατευθείαν από το «κιούπι». Όλοι, συνήθιζαν να αγοράζουν από μικρά τα γουρουνόπουλά τους, τα οποία έτρεφαν όλο το χρόνο στις αυλές των σπιτιών τους. Λίγους καρπούς από την σοδειά τους, τυρόγαλο ανακατεμένο με πίτουρα στην σκαλιστή πέτρινη γούρνα, περισσεύματα, (αν υπήρχαν) από τα αποφάγια του μεσημεριανού ή βραδινού φαγητού, χλωρακιά ή διάφορα σάπια φρούτα και κηπευτικά, όλα ήταν ευπρόσδεκτα από τα παμφάγα γουρουνόπουλα, μέχρι και σάπια κρέατα ή ψόφια ζώα. Τα γουρουνόπουλα το κάθε νοικοκυριό τα έτρεφαν για να μεγαλώσουν και να βάλλουν όσο λίπος περισσότερο ήταν δυνατό. Αρχικά ως κύριο φαγητό την ημέρα των Χριστουγέννων ήταν το χοιρινό. 
Από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα. Από παλιά όλες οι οικογένειες έκαναν τα πάντα για να έχουν τον μεγαλύτερο χοίρο, δίνοντάς του να φάει αλεσμένο καλαμπόκι, πίτουρα, ακρίσιο, ζεστό νερό και αλάτι. Ήταν η εποχή που οι οικογένειες εξέτρεφαν τα χοιρινά για το κρέας και το λίπος τους. Όταν μάλιστα η οικογένεια είχε πολλά μέλη, το γουρούνι έπρεπε να παχύνει πολύ, ώστε το λίπος του να είναι αρκετό. 

Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα. Άλλωστε το κρέας του γουρουνιού ήταν το μόνο κρέας που θα έτρωγαν για όλο το χρόνο. (Εκτός πια και αν ψοφούσε κάποιο πρόβατο, γίδα ή κότα.) Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που έφταναν πολλές φορές τα 20-25, τα οποία περίμεναν να πάρουν τη «φούσκα» του γουρουνιού, να τη φουσκώσουν και να παίξουν μ’ αυτή ποδόσφαιρο και άλλα παιχνίδια.... 
Η εργασία ήταν σκληρή και ο σφαγέας έπρεπε να είναι καλός τεχνίτης. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει τσεκούρι για να αποκόψει την καρωτίδα. Υπήρχαν περιπτώσεις που δεν μπορούσαν να το σφάξουν, οπότε το γουρούνι έτρεχε να ξεφύγει με μισοκομμένο λαιμό. 

Επίσης, το γδάρσιμο απαιτούσε χέρι δυνατό και τεχνικό για να μην κάνει τρύπες, δεδομένου ότι το δέρμα αυτό το χρησιμοποιούσαν και έκαναν τα λεγόμενα «γουρνοτσάρουχα», που τα φορούσαν για όλο το χρόνο και προπαντός στα χωράφια.
Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά κομμάτια. Το αλάτιζαν και το έβαζαν στην «κάδ’» (ξύλινος κάδος) για να το έχουν σαν ένα από τα κύρια φαγητά τους τις παγωμένες νύχτες του χειμώνα. 
Αφού τελείωναν όλες τις δουλειές, καταπιάνονταν ύστερα με το γέμισμα των λουκάνικων, για τα οποία έδειχναν ιδιαίτερη επιμέλεια. 
Το κρέας το έκοβαν κομματάκια με μαχαίρια. Το έπαιρναν κυρίως από τα πλευρά και το φιλέτο. Αυτό το κομμένο κρέας το έβραζαν μαζί με κομμένα πράσα και διάφορα μπαχαρικά, τα οποία έκαναν τα λουκάνικα να ευωδιάζουν. Να σημειώσουμε ότι λουκάνικα έφτιαχναν με τον ίδιο περίπου τρόπο και με το συκώτι του γουρουνιού (σκ’ωτένια ή σκ’ωτίσια). 
Το λίπος, τον λεγόμενο «παστό», το έκοβαν μικρά κομματάκια και το ‘λιωναν μέσα σε καζάνι, που έβραζε κάτω από μεγάλη φωτιά. Για να λιώσει το παστό, η νοικοκυρά πάσχιζε πραγματικά, επί 2-3 ημέρες, ανάλογα με την ποσότητά του. 
Αφού άδειαζε το ρευστό λίπος στο δοχείο, έμεναν τα υπολείμματα, μικρά τεμάχια που όχι μόνο δεν τα πετούσαν, αλλά αποτελούσαν τους καλύτερους μεζέδες για όλους. Αυτά τα ροδοκοκκινισμένα κομματάκια, ιδιαίτερα ελκυστικά και γευστικά για πολλούς, ήταν οι «τσιγαρίδες». 
Το γουρουνίσιο κρέας γινόταν μαγειρευτό αλλά ο καλύτερος μεζές του ήταν η τηγανιά, μικρά κομμάτια χοιρινού στο τηγάνι με ρίγανη. 
Το λιωμένο λίπος (=λίγδα) το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα. 
Ακόμα τοποθετούσαν μέσα στη λίγδα κομμάτια βρασμένου κρέατος που το έλεγαν «καβουρμά». Ο «καβουρμάς» κρατούσε, χωρίς να χαλάσει, μέχρι το καλοκαίρι. 
Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί ήταν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του. 
Από το γουρούνι τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Τίποτα δεν πετούσαν. Με το κεφάλι, τα αυτιά και τα πόδια, έφτιαχναν πατσά. Τον πατσά τον έβαζαν σε πιάτα, τον άφηναν να παγώσει και έτρωγαν σχεδόν όλο το χειμώνα. 
Πρωτοχρονιάτικα έθιμα 
Η Μεσσηνία, ως νομός της Πελοποννήσου μοιράζεται πολλές από τις παραδόσεις της με το σύνολο του γεωγραφικού διαμερίσματος στο οποίο ανήκει. Όμως, υπάρχουν κάποια πολύ συγκεκριμένα ήθη και έθιμα τα οποία απαντώνται μόνο στον τόπο μας. Ειδικά αυτές τις γιορτινές μέρες βλέπουμε ακόμα και στα δικά μας χρόνια να συνεχίζονται συνήθειες αιώνων, που φτάνουν ως εμάς από τα αρχαία χρόνια, την πρωτοχριστιανική περίοδο, τη βυζαντινή εποχή, τον τουρκικό ζυγό και κάθε άλλη περίοδο που έχει διαβεί πάνω από τούτο το μέρος μαζί με τον καιρό και τους χρόνους. 


Πρωτοχρονιάτικα έθιμα 
Η Μεσσηνία, ως νομός της Πελοποννήσου μοιράζεται πολλές από τις παραδόσεις της με το σύνολο του γεωγραφικού διαμερίσματος στο οποίο ανήκει. Όμως, υπάρχουν κάποια πολύ συγκεκριμένα ήθη και έθιμα τα οποία απαντώνται μόνο στον τόπο μας. Ειδικά αυτές τις γιορτινές μέρες βλέπουμε ακόμα και στα δικά μας χρόνια να συνεχίζονται συνήθειες αιώνων, που φτάνουν ως εμάς από τα αρχαία χρόνια, την πρωτοχριστιανική περίοδο, τη βυζαντινή εποχή, τον τουρκικό ζυγό και κάθε άλλη περίοδο που έχει διαβεί πάνω από τούτο το μέρος μαζί με τον καιρό και τους χρόνους. 

Η αλλαγή της χρονιάς είναι πολύ σημαντική στιγμή για όλους τους Έλληνες και όχι μόνο. Συνδέεται άμεσα με την τύχη, την ελπίδα, το φόβο, την αγάπη και την κοινωνικότητα. Οι πρόγονοι μας λοιπόν, θέλοντας να εξασφαλίσουν κατά το δυνατόν την καλή έκβαση των πραγμάτων σε όλους αυτούς τους τομείς χρησιμοποιούσαν διάφορα μέσα, άλλα δεισιδαιμονικά και προληπτικά, αλλά συντροφικά και ανιδιοτελή, όλα τους όμως καθιερωμένα. 
                                                                                                                               Το βράδυ, την ώρα της αλλαγής του χρόνου, η οικογένεια μαζεμένη γύρω από ένα τραπέζι έχει φάει το παραδοσιακό φαγητό της ημέρας, το οποίο είναι κόκορας μακαρονάδα. Οι παλιές νοικοκυρές έφτιαχναν τα μακαρόνια την ίδια μέρα και τα έβραζαν σε άφθονο νερό με λάδι, τα πασπάλιζαν με μυτζήθρα και κανέλλα και τα "έκαιγαν" με λάδι αρωματισμένο με μια φλούδα λεμονιού. Ο κόκορας μαγειρευόταν στην κατσαρόλα αργά μέχρι να μαλακώσει με όλα του τα μυρωδικά και με σάλτσα ντομάτας. Ο νοικοκύρης ευχόταν καλή χρονιά στην αρχή του δείπνου και όλοι έπιναν σε αυτό. Όταν κόντευε να αλλάξει ο χρόνος, όλα τα φώτα και οι φλόγες στο σπίτι έσβηναν, 

εκτός από το τζάκι και μόλις έμπαινε ο νέος χρόνος, όλοι αγκαλιάζονταν και φιλιόντουσαν, και πολύ συχνά οι άντρες του σπιτιού έριχναν ντουφεκιές. Αμέσως μετά, ο νοικοκύρης σταύρωνε τη βασιλόπιτα, το γλυκό της ημέρας, και ευχόταν καλή χρονιά και άρχιζε να κόβει ένα ένα τα κομμάτια με τη γνωστή σειρά "Του Χριστού, Της Παναγίας, του Αγιο-Βασίλη, του φτωχού, του σπιτιού..." 
Το ξημέρωμα της Πρωτοχρονιάς, τα μέλη της οικογένειας βγαίνοντας από το σπίτι πατούν μια πλατιά πέτρα που έχει φυλάξει η νοικοκυρά από την παραμονή και την έχει τοποθετήσει στο κατώφλι. Πηγαίνοντας προς την εκκλησία, ο νοικοκύρης παίρνει μαζί του ένα ρόδι και στο γυρισμό το σπάει με την είσοδο του στο σπίτι για να φέρει καρποφορία και ευγονία ο νέος χρόνος. Στην εκκλησία παρακολουθούν όλοι τη λειτουργία, αυτή του Μεγάλου Βασιλείου, στον οποίο είναι αφιερωμένη η γιορτή της ημέρας και μετά το πέρας της λειτουργίας, στη μητρόπολη κάθε πόλης ή χωριού γίνεται η δοξολογία για τη νέα χρονιά. Πολλοί κρεμούν πάνω από την εξώπορτα τους ένα μποτσίκι, όπως λέγεται στην τοπική διάλεκτο η αγριοκρεμμύδα, που θεωρείται φυτό που φέρνει γούρι! 


Η βασιλόπιτα φτιάχνεται με αυγά, γάλα, αλεύρι και σταφίδες, καρύδια, μύγδαλα - όλα σύμβολα ευγονίας- και πασπαλίζεται με άχνη και κανέλλα. Μέσα της κρύβεται είτε ένα νόμισμα είτε ένα γούρι "που το έβαλε ο αγιο-Βασίλης" και όποιος το βρει είναι το τυχερό πρόσωπο της νέας χρονιάς, και συνήθως η τύχη του αυτή συνοδεύεται από ένα μποναμά, δηλαδή ένα χρηματικό ποσό ως δώρο! Μποναμάδες ή μπουναμάδες δίνονται και στα μικρά παιδιά της οικογένειας από τους μεγαλύτερους σε ηλικία, κυρίως τους άντρες. Το γλυκό της Πρωτοχρονιάς είναι οι κουραμπιέδες, που ετοιμάζονται από την παραμονή και σερβίρονται και ως γλύκισμα από τους εορτάζοντες με τα ονόματα Βασίλης ή Βασιλική!

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

TO IΣΤΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα  η Καλαμάτα περιοριζόταν  γύρω από το κάστρο της πόλης. Σιγά - σιγά άρχισε να εξαπλώνεται προς το σημερινό κέντρο της πόλης, μέχρι ενώθηκε  με το λιμάνι στην παραλία της πόλης,
Πλ. 23ης Μαρτίου 
που μέχρι τότε λειτουργούσε σαν ένας ανεξάρτητος οικισμός.   
Στις  ημέρες μας, η περιοχή αυτή της παλιάς Καλαμάτας, ονομάζεται «Ιστορικό Κέντρο».  Αν αποτολμούσαμε να το οριοθετήσουμε, τότε θα ξεκινούσαμε από τα σπίτια που είναι κάτω από το κάστρο, τον Ιερό Ναό της Υπαπαντής του Σωτήρος,  την οδό Σπάρτης, μέχρι και την Πλατεία της 23ης Μαρτίου. Μια πλατεία ιστορική, στην οποία φιλοξενείται ο Βυζαντινός Ι.Ν. των Αγ. Αποστόλων.                                
Το σημείο αυτό είναι το καλύτερο  για να ξεκινήσουμε την περιήγηση μας
στο Ιστορικό Κέντρο της Καλαμάτας. Από εκεί θα περιπλανηθούμε στα
Ουζάκια-Κεφετέριες στο Ιστορικό Κέντρο
στενά γραφικά δρομάκια τα οποία
  θα μας μεταφέρουν σε μία άλλη εποχή και θα μας δώσουν την ευκαιρία να ζήσουμε για λίγο στη νοοτροπία των ακινήτων και τη φιλοσοφία  μιας άλλης εποχής, να ανακαλύψουμε παλιά κτίρια που άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου, δεκάδες αρχοντικά, λιθόχτιστες εκκλησίες, μουσεία και καταστήματα με τοπικά προϊόντα. Ο πρώτος μας σταθμός θα είναι ένα προσκύνημα  στο βυζαντινό εκκλησάκι
Τσιπουράδικο στο Ιστορικό Κέντρο
των Αγίων Αποστόλων, όπου τελέστηκε η πρώτη δοξολογία στις 23 Μαρτίου του 1821 σε «ελεύθερο ελληνικό έδαφος» ! μετά από 400 χρόνια στην Οθωμανική σκλαβιά. Η πλατεία που βρίσκεται απέναντι από το εκκλησάκι έχει ονομαστεί σε ένδειξη μνήμης ως Πλατεία 23ης Μαρτίου.
Είναι το σημείο, όπου κτυπά η καρδιά της πόλης εδώ και εκατοντάδες χρόνια. Στα σοκάκια του
Πλ. Όθωνος (Πανοραμική)
βρίσκεται κρυμμένη ολόκληρη η ιστορία της Καλαμάτας. Το Κάστρο, η Μονή Καλογραιών, ο Ναός των Αγίων Αποστόλων, ο Ναός της Υπαπαντής του Σωτήρος, πανέμορφα παλαιά κτίρια, που αναστηλώθηκαν για να εξυπηρετήσουν διάφορες ανάγκες (Αρχαιολογικό Μουσείο,
Στενό γραφικό δρομάκι
Λαογραφικό Μουσείο, Δημοτική Πινακοθήκη) και η παλιά δημοτική αγορά επί της Πλατείας 23ης Μαρτίου, που σήμερα έχει μετατραπεί σε Αρχαιολογικό Μουσείο.
  
Εκεί θα δούμε μικρά μαγαζιά, φούρνους, μαγειρεία και παντοπωλεία, ανέγγιχτα από τον χρόνο, παπλωματάδες, μικρομπακάληδες, λευκοσιδηρουργοί, κηροπλάστες, είναι ένας ολόκληρος μικρόκοσμος που ζει και κινείται εδώ, έχοντας συνείδηση του πολιτισμού που μεταφέρει, και που κληροδοτεί στο σήμερα τις αξίες του χθες. Πολύτιμο κομμάτι της πόλης, τόπος μνήμης όπου ο επισκέπτης ανακαλύπτει το διαχρονικό της πρόσωπο, το Ιστορικό Κέντρο είναι το κόσμημα της Καλαμάτας.  
Το Αρχαιολογικό Μουσείο
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει και τόπος ψυχαγωγίας και διασκέδασης, αφού πολλά παρόμοια μαγαζιά, έχουν γίνει και προσφέρουν διασκέδαση, ποτό, φαγητό και σουβλάκια ποιότητας.
Αξιοθέατα.                                                        
Το κάστρο της Καλαμάτας
Σε ένα πευκόφυτο λόφο με θέα όλη την Καλαμάτα μέχρι και τη  θάλασσα του Μεσσηνιακού κόλπου. Το κάστρο της Καλαμάτας κτίστηκε το 1208
Το κάστρο της Καλαμάτας
από τον Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο. Στους πρόποδες του κάστρου βρίσκεται ημισπηλαιώδης ναός του Αγ. Ιωάννου ο οποίος χρονολογείται στους μεταβυζαντινούς χρόνους. Κάτω από το κάστρο πιθανολογείται ότι βρισκόταν η ακρόπολη των αρχαίων Φαρών.
ΣΗΜ. Ο φύλακας που ήταν στην είσοδο του κάστρου, δεν επέτρεψε  την είσοδο στο Κάστρο και δεν μπορέσαμε να φωτογραφίσουμε το εσωτερικό του κάστρου, παρά μόνο περιμετρικά.
Μονή Καλογραιών
Στο γυναικείο μοναστήρι Αγ. Κωνσταντίνου & Ελένης που κτίσθηκε τον 18ο
Ι.Μ. Καλογραιών 
αιώνα κοντά στο κάστρο, ανατολικά του Ι.Ν. της Υπαπαντής, θα βρείτε ζωντανή τη βυζαντινή παράδοση ύφανσης μεταξωτών από καθαρό ζωικό μετάξι σε αργαλειούς, μια παραδοσιακή δραστηριότητα της Καλαμάτας που υπήρξε ένα από τα πλέον σημαντικά κέντρα παραγωγής μεταξιού (Ιστορικό Κέντρο) και το οποίο ολοένα και μειώνεται.
Εκκλησία της Υπαπαντής του Σωτήρος
Λητανεία της εικόνας της Υπαπαντής
Επιβλητικός ο μητροπολιτικός Ναός της Καλαμάτας που είναι αφιερωμένη στην Υπαπαντή του Σωτήρος Χριστού, κτισμένη το 19ο αιώνα σε βυζαντινό ρυθμό.
Ο Ναός των Αγίων Αποστόλων
Βυζαντινή εκκλησία (1317), ένα μνημείο που εκπέμπει μία μαγική δύναμη λόγω της σημασίας του για την πόλη. Από εδώ ξεκίνησε ο πόλεμος της ανεξαρτησίας της Ελλάδας από τους Τούρκους στις 23 Μαρτίου 1821
Ο Βυζαντινός ναός Αγ. Αποστόλων
και τελέστηκε η πρώτη δοξολογία σε ελεύθερο ελληνικό έδαφος μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς.
Πλατεία Όθωνος.                                           Μια πλατεία που είναι βόρεια της πλατείας 23ης Μαρτίου, και στην οποία μέχρι πριν 30 χρόνια
Πλ. Όθωνος
στεγαζόταν η αγορά της Καλαμάτας. Σήμερα έχει γίνει μια όμορφη πλατεία όπου ανάμεσα στα άλλα στα αναπαλαιωμένα νεοκλασσικά της κτήρια, στεγάζει και παραδοσιακά φαγάδικα.
 
Αρχαιολογικό Μουσείο. Το επίσης αναπαλαιωμένο νεοκλασσικό κτήριο, όπου μέχρι πριν 30 χρόνια στεγαζόταν η αγορά των αγροτών που πούλαγαν τα ποιοτικά αγροτικά προϊόντα παράγει η Μεσσηνιακή γη. Σήμερα στεγάζει το μουσείο της πόλης. 
Και άλλο στενό γραφικό δρομάκι
Μπενάκειο Μουσείο
Δεν μένει σε σας, παρά να επισκευθείτε και να απολαύσετε τα στενά γραφικά δρομάκια του Ιστορικού Κέντρου της Καλαμάτας, να κάνετε τις αγορές σας, να πιείτε το ποτό σας, ή να φάτε τα παραδοσιακά φαγητά του !!!